ΜΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Έπιασε ένα πράγμα στα χέρια του και το εξέτασε, έπειτα το έφερε κοντά στην μύτη του για να αναγνωρίσει την μυρωδιά του. Ήταν κάτι ζωντανό ή ψόφιο; Το σχήμα του σώματος του ήταν ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο, το πετσί του ήταν τραχύ και σκληρό μα το εσωτερικό του έμοιαζε πολύ πιο ευαίσθητο. Αποτελούνταν από λεπτά φύλα το ένα δίπλα στο άλλο που μύριζαν σαν χόρτα. Θεώρησε πως τρώγεται και έκανε με δισταγμό να το φέρει στο στόμα του, άνοιξε το σκληρό του περίβλημα και η κοιλιά του ξεδιπλώθηκε σαν βεντάλια. Άρπαξε ένα φύλο, το έσκισε με τα νύχια του, το έφερε κοντά στο στόμα του, το άνοιξε και το έχωσε μέσα. Το βρήκε νόστιμο και θέλησε να φάει κι’αλλο.
Είχε εδώ και καιρό ο άνθρωπος πάψει να αναγνωρίζει τα ίδια του τα έργα, σαν να ήταν ο καιρός στον οποίο σκέφτονταν και εκφράζονταν με τις ίδιες του τις δημιουργίες, μια περίοδος της μετάλλαξης του.